Η συμπεριφορά μας απέναντι στο φαγητό

Ποιό είναι τελικά το προφίλ μιας διαταραγμένης συμπεριφοράς απέναντι στο φαγητό και ποιό όχι; Θυμηθείτε, ένας άνθρωπος μπορεί να έχει μια διαταραγμένη σχέση με το φαγητό ακόμα και αν τα κιλά του είναι φυσιολογικά…

Ένα «τυπικό» ερωτηματολόγιο

– Πόσο συχνά σας συμβαίνει να νιώθετε δυσφορία μετά το φαγητό;

– Πόσο συχνά ανοίγετε ένα κουτάκι με μπισκότα ή κάποιο άλλο σνακ με πρόθεση να φάτε 1-2 και χωρίς καλά καλά να το καταλάβετε αυτό έχει τελειώσει;

– Πόσο συχνά νιώσατε ενοχές ή και ντροπή που «χάσατε τον έλεγχο» και φάγατε περισσότερο;

– Πόσο συχνά σας συμβαίνει να ντρέπεστε να πείτε ότι πεινάσατε;

– Πόσο συχνά νιώθετε άβολα όταν μοιράζεστε με κάποιον άλλον το φαγητό σας;

– Ποιες τροφές θεωρείτε απαγορευμένες? Πόσο συχνά τις καταναλώνετε;

– Πόσο συχνά χρησιμοποιείτε μικρά μαχαιροπήρουνα ή κόβετε το φαγητό σας σε πολύ μικρές μπουκιές ώστε να ελέγξετε την ποσότητα της τροφής που τρώτε και συνεπώς το βάρος σας;

– Πόσο συχνά σας αγχώνει το σωματικό σας βάρος;

Αν απαντήσατε έστω «μερικές φορές» σε τουλάχιστον 3 ερωτήσεις, τότε η ανάγνωση του κειμένου που ακολουθεί μπορεί να αποβεί για εσάς ιδιαίτερα χρήσιμη..

 

Η φυσιολογική διατροφική συμπεριφορά

Περιλαμβάνει την κατανάλωση υγιεινών φαγητών, την πρόσληψη μίας ποικίλης και ισορροπημένης δίαιτας που περιλαμβάνει επαρκή για τις ιδιαίτερες ατομικές ανάγκες θρεπτικά συστατικά και θερμίδες, καθώς και μία θετική στάση απέναντι στο φαγητό. Δηλαδή, η διαδικασία του φαγητού δε συνοδεύεται από άγχος, ενοχές και άλλα αρνητικά συναισθήματα, ενώ οι τροφές δεν κατατάσσονται σε καλές /κακές ή υγιεινές/ανθυγιεινές.

Επίσης, είναι φυσιολογικό να διακυμαίνεται ανάλογα με το επίπεδο πείνας του ατόμου, το πρόγραμμά του, καθώς και με τα συναισθήματά του. Δεν μεταβάλλεται τόσο, όμως, ώστε να επηρεάσει τη διατροφική πρόσληψη ή το βάρος.

Σκέψεις προγραμματισμού γύρω από την τροφή υπάρχουν και είναι θεμιτές, αλλά δεν κυριαρχούν στη καθημερινότητα του ατόμου.

Προάγει την Ολιστική Υγεία. Δηλαδή, δε σχετίζεται μόνο με την προαγωγή και τη διατήρηση της σωματικής υγείας, αλλά και με την προαγωγή της ψυχικής και κοινωνικής ευεξίας του ατόμου. Για παράδειγμα, ένα άτομο που ναι μεν τρέφεται με μία υγιεινή και ισορροπημένη δίαιτα, αλλά στερείται τις εξόδους του για φαγητό και άρα την κοινωνική συναναστροφή συστηματικά για να μη «βγει εκτός προγράμματος», και μάλιστα αυτό του προκαλεί αρνητικά συναισθήματα χωρίς να είναι ικανοποιημένο, δεν χαρακτηρίζεται απαραίτητα από φυσιολογική διατροφική συμπεριφορά.

 

Η διαταραγμένη διατροφική συμπεριφορά

Η Αλεξία Κατσαρού υπογραμμίζει «η παρατεταμένη απόκλιση από την παραπάνω περιγραφή βάλλει τόσο τη σωματική, όσο και την ψυχοκοινωνική λειτουργικότητα του ατόμου και ονομάζεται συχνά ως διαταραγμένη διατροφική συμπεριφορά, ενώ μπορεί να περιλαμβάνει και οποιαδήποτε άλλη συμπεριφορά ρύθμισης του σωματικού βάρους (π.χ. σωματική δραστηριότητα). Έτσι, αν θεωρήσουμε ότι η ανθρώπινη διατροφική συμπεριφορά εξελίσσεται σ’ ένα συνεχές σοβαρότητας και ότι τα δύο του άκρα είναι τα πιο σοβαρά (στο ένα τοποθετείται η νευρική ανορεξία και στο άλλο η νευρική βουλιμία), στο ενδιάμεσο παρατηρούνται διάφορες συμπεριφορικές εκδηλώσεις στις οποίες πάνω κάτω όλοι μας μπορεί να τοποθετούμαστε και σχετίζονται είτε με μείωση της ποσότητας και της συχνότητας του φαγητού, είτε με αύξηση είτε με συνδυασμό και των δύο».

 Υπάρχουν, λοιπόν, τα άτομα εκείνα που στο μεγαλύτερο μέρος της ζωής τους περιορίζουν την ποσότητα και την ποικιλία του φαγητού τους με σκοπό να ρυθμίσουν το βάρος τους, καθώς και εκείνα που συνήθως «κάνουν δίαιτα», όπως επίσης, και τα άτομα εκείνα που «χάνουν τον έλεγχο» και αυξάνουν το φαγητό τους ή επιλέγουν τροφές που σε άλλη περίπτωση δε θα τις επέλεγαν ως απάντηση στο στρες, το άγχος και σε αρνητικά συναισθήματα όπως ο θυμός ή ο φόβος.

Η Αλεξία Κατσαρού προσθέτει «θα πρέπει να σημειωθεί ότι κατά καιρούς συχνά όλοι μας εμφανίζουμε τέτοιες συμπεριφορές στον τρόπο που τρεφόμαστε. Αυτό που διαφοροποιεί το «φυσιολογικό» από το μη λειτουργικό είναι η ένταση και η συχνότητα. Το θέμα δηλαδή ξεκινάει, όταν πια έχουμε μάθει να διαχειριζόμαστε τη διάθεσή μας μέσω του φαγητού, όταν έχουμε συχνά ενοχές γι’ αυτό και όταν συνεχώς προσπαθούμε να ρυθμίσουμε το βάρος μας ή και παράγοντες κινδύνου για την υγεία μας (π.χ. σάκχαρο, αρτηριακή πίεση, χοληστερόλη) και εντέλει δεν τα καταφέρνουμε. Καλό είναι στην περίπτωση αυτή να διερευνήσουμε περισσότερο τη σχέση μας με το φαγητό». Ένας διαιτολόγος θα μας βοηθήσει να επαναπροσδιορήσουμε τη σχέση, τη συμπεριφορά και τα πιστεύω μας γύρω από την τροφή.

 

Κάποια επιπλέον σημεία που πρέπει να προσέξουμε:

Θα πρέπει να εξετάσουμε αν όντως είναι αληθινές οι πεποιθήσεις που πιθανών έχουμε υιοθετήσει σχετικά με το σωματικό βάρος και τη ζωή μας, όπως:

 

«αν δεν έχω τον απόλυτο έλεγχο, τότε δε θα έχω καθόλου έλεγχο»

 «το να πάρω 5 κιλά είναι η απόλυτη καταστροφή»

«το να ενδίδω εύκολα σε πειρασμούς είναι κακό, είναι ένδειξη δυναμίας»

«είμαι μοναδική/ός αν είμαι λεπτή/ός» και πολλές άλλες…

 

Τέτοιοι τρόποι σκέψεις μας εμποδίζουν από το να εγκαθιδρύσουμε μία ισορροπημένη σχέση με το φαγητό και μέσα από αυτή να μπορέσουμε να σταθεροποιήσουμε το σωματικό μας βάρος και πιθανούς δείκτες υγείας.

Θα πρέπει να κατανοήσουμε ότι ο υπερβολικός περιορισμός της τροφής δεν εξυπηρετεί την απώλεια βάρους, καθώς δεν μας παρέχει τα απαραίτητα θρεπτικά συστατικά, μειώνει  τις καύσεις, στερεί και άρα κουράζει τόσο το μυαλό όσο και το σώμα και έχει και ημερομηνία λήξης μέχρι τη στιγμή που θα «χαθεί» ξανά ο έλεγχος. Από την άλλη, η υπερκατανάλωση τροφής (που συνήθως δεν είναι καλής ποιότητας), τροφοδοτεί τον οργανισμό με πολλά επεξεργασμένα σάκχαρα και λίπη τα οποία αποθηκεύονται, ενισχύουν την εξάρτηση του ατόμου από έντονες και «ηδονικές» γεύσεις και το απομακρύνει από την πραγματική και αγνή γεύση των φυσικών προϊόντων ενώ καθιστά την ρύθμισης του βάρους δυσκολότερη

Στο δρόμο για την εξισορρόπηση της σχέσης μας με το φαγητό θα πρέπει να απενοχοποιήσουμε τις τροφές που θεωρούμε κακές ή παχυντικές. Δεν είναι αυτές που μας παχαίνουν, αλλά κυρίως ο λόγος, ο τρόπος και η ποσότητα που τις τρώμε.

Για να είμαστε υγιείς δε χρειάζεται να είμαστε στο χαμηλότερο δυνατό βάρος. Το υγιές βάρος είναι αυτό που μας επιτρέπει να τρώμε απολαυστικά, χωρίς ενοχές, αλλά και θρεπτικά καθώς και αυτό που είναι ασφαλές για την υγεία μας, αλλά και με το οποίο είμαστε λειτουργικότατοι σε όλες μας τις δραστηριότητες.

 Οι περισσότεροι άνθρωποι δυσκολεύονται να ρυθμίσουν το σωματικό τους βάρος επειδή τρώνε όταν δεν πεινάνε και δεν τερματίζουν την κατανάλωση φαγητού όταν έχουν χορτάσει. Προσπαθήστε να ακούτε και να σέβεστε τα φυσιολογικά σήματα της πείνας και του κορεσμού.

 

Μία θρεπτική και σχετικά προγραμματισμένη διατροφή θα σας βοηθήσει σε όλα τα παραπάνω. Εκπαιδευτείτε, λοιπόν!

αλεξια κατσαρου

Η Αλεξία Κατσαρού είναι Διαιτολόγος-Διατροφολόγος, Υποψήφια Διδάκτορ της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας
Email επικοινωνίας [email protected]
1

No Comments Yet.

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *