Έχουμε πολιτική για την αντιμετώπιση της παχυσαρκίας;

Συναντήσαμε τον Αντώνη Ζαμπέλα, καθηγητή Διατροφής του Ανθρώπου και Πρόεδρο του Τμήματος Επιστήμης και Τεχνολογίας Τροφίμων του Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών, όπως επίσης και πρώην Πρόεδρο του Ενιαίου Φορέα Ελέγχου Τροφίμων (ΕΦΕΤ). Μαζί του συζητήσαμε για την ανάγκη να υπάρξει μια διατροφική πολιτική για την αντιμετώπιση της παχυσαρκίας στη χώρα μας δεδομένου ότι κατέχουμε Πανευρωπαϊκή πρωτιά στην παιδική και εφηβική παχυσαρκία ενώ περίπου το ένα τρίτο του γενικού πληθυσμού είναι είτε υπέρβαρο είτε παχύσαρκο. Η παχυσαρκία θεωρείτε πλέον από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας μία νόσος η οποία επιφέρει παράλληλα και άλλες χρόνιες ασθένειες στο άτομο και κοστίζει στο Εθνικό Σύστημα Υγείας πολλά χρήματα.

Κε Αντώνη Ζαμπέλα, πώς σκιαγραφείτε το πρόβλημα της παχυσαρκίας στις μέρες μας;

Tα νοσήματα που σχετίζονται με διατροφικές συνήθειες έχουν λάβει επιδημικές διαστάσεις στην Ευρώπη. Όσον αφορά το πρόβλημα της παχυσαρκίας, σε παγκόσμιο επίπεδο αρχικά, οι τάσεις έως το 2020 είναι αυξητικές σε πολλές χώρες του δυτικού κόσμου όπως οι Ηνωμένες Πολιτείες, η Αυστραλία, η Γαλλία, η Ισπανία και η Αγγλία. Στη χώρα μας, το πρόβλημα είναι ιδιαίτερα οξύ. Στοιχεία από τη μελέτη GRECO που διεξήχθη σε πανελλήνιο επίπεδο από τη Μονάδα Διατροφής του Ανθρώπου του Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών, υπέδειξαν ότι το υπερβάλλον βάρος- παχυσαρκία αφορά το 40% των παιδιών 11-12 ετών, ενώ ιδιαίτερα υψηλά ποσοστά παχυσαρκίας παρουσιάζονται και στους ενήλικες. Το μεγάλο πρόβλημα της παιδικής παχυσαρκίας σημαίνει αυξημένος κίνδυνος τα παχύσαρκα παιδιά να εξελιχθούν σε παχύσαρκους ενήλικες, ενώ τα υψηλά ποσοστά παχυσαρκίας στην ενήλικη ζωή συνδέονται με αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης χρόνιων νοσημάτων, όπως τα καρδιαγγειακά, η υπέρταση ο σακχαρώδης διαβήτης και ορισμένοι τύποι καρκίνου.

Από την άλλη μεριά, έχει υπολογισθεί ότι ένα πολύ μεγάλο ποσοστό, που φτάνει το 5-7% του προϋπολογισμού των Εθνικών Συστημάτων Υγείας στην Ευρώπη αφορά την αντιμετώπιση της παχυσαρκίας και το 2002 τα έμμεσα κόστη από την παρουσία παχυσαρκίας, όπως η μείωση της παραγωγικότητας, έφτασαν τα 33 εκατ. ευρώ που αντιστοιχούν στο 0,5% του ΑΕΠ της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Επομένως λόγω αυτού του υπέρογκου οικονομικού κόστους, αλλά και λόγω της υποβάθμισης της ποιότητας ζωής των πολιτών που πάσχουν από αυτό το πρόβλημα υγείας, η παχυσαρκία θεωρείται ένα σημαντικότατο πρόβλημα δημόσιας υγείας και πολλές χώρες έχουν σχεδιάσει πολιτικές για την αντιμετώπιση του. 

 

Ποιές πολιτικές παρεμβάσεις δείχνουν αποτελέσματα και ποιές έχουν αποτύχει;

Τα μέτρα που έχουν αναπτυχθεί τόσο στην Ευρωπαϊκή Ένωση όσο και στις Ηνωμένες Πολιτείες είναι πολλά και  εφαρμόζονται με πολλές συνιστώσες που έχουν ως σκοπό μία συνισταμένη που είναι η αντιμετώπιση της  παχυσαρκίας. Αυτό που έχει πολύ μεγάλη σημασία είναι να κατανοήσουμε ότι το πρόβλημα διαχέεται σε 3 επίπεδα (i) το περιβαλλοντικό (ii) τη συμπεριφορά του ατόμου και (iii) τη φυσιολογία του ανθρώπινου οργανισμού. Στο πρώτο επίπεδο περιλαμβάνονται τα πολιτικά και τα οικονομικά συστήματα που προάγουν την οικονομική ανάπτυξη, την κατανάλωση και το marketing της προσφοράς τροφής που προάγει την αυξημένη ενεργειακή πρόσληψη. Στο δεύτερο επίπεδο είναι ο άνθρωπος που προσαρμόζεται σε ένα περιβάλλον υψηλής κατανάλωσης τροφής και χαμηλής σωματικής δραστηριότητας και στο τρίτο επίπεδο περιλαμβάνεται η εκδήλωση αυτού που ονομάζεται «αρνητικό ισοζύγιο ενέργειας» που τελικά έχει ως αποτέλεσμα την εμφάνιση παραγόντων κινδύνου ή των ίδιων των νοσημάτων φθοράς για τον οργανισμό. Τη μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα θα είχε η παρέμβαση στο πρώτο επίπεδο που όμως πολιτικά θα ήταν και το πιο δύσκολο. Παρεμβάσεις στο δεύτερο επίπεδο αφορούν την αλλαγή της συμπεριφοράς και περιλαμβάνουν προγράμματα προαγωγής της υγείας, social marketing κ.α. Στο τρίτο πλέον επίπεδο περιλαμβάνεται η ιατρική παρέμβαση είτε μέσω φαρμακευτικής αγωγής είτε ακόμα και με εγχείρηση. 

Όπως αντιλαμβάνεστε, σε κρατικό επίπεδο και κυρίως στις ΗΠΑ και στην Ευρωπαϊκή Ένωση, όλα τα προγράμματα  επικεντρώνονται στο δεύτερο και στο τρίτο επίπεδο, δηλαδή στην αλλαγή της συμπεριφοράς και στην ιατρική  αντιμετώπιση του προβλήματος. Από αυτά τα προγράμματα, αν και η αξιολόγηση της αποτελεσματικότητας είναι ιδιαίτερα δύσκολη, φαίνεται να έχουν θετικές δράσεις στην αλλαγή της συμπεριφοράς η διατροφική επισήμανση, δηλαδή, οι πληροφορίες που υποχρεωτικά δίνονται στις ετικέτες των τροφίμων, ο έλεγχος των διαφημίσεων που στοχεύουν στα παιδιά και τα προγράμματα παρέμβασης σε επίπεδο σχολείου. Αντίθετα, οι καμπάνιες που αφορούν απλά την ενημέρωση για την υγιεινή διατροφή φαίνεται ότι βελτιώνουν την πρόθεση για αλλαγή συμπεριφοράς αλλά ως προς την αλλαγή της διατροφικής συμπεριφοράς αυτής καθ’ εαυτής, η δράση είναι μάλλον περιορισμένη. Όσον αφορά την αύξηση των φόρων, δεν υπάρχουν ιδιαίτερα δεδομένα από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Όμως αυτό που  φαίνεται είναι ότι η μικρή αύξηση των φόρων δεν επιφέρει θετικά αποτελέσματα στην αλλαγή της συμπεριφοράς αλλά αυξάνει σημαντικά τα έσοδα του κράτους. Αντίθετα, μεγάλη αύξηση των φόρων θα μπορούσε να είχε κάποιο αποτέλεσμα, όμως είναι άγνωστο πως τέτοιου τύπου αυξήσεις θα επηρέαζαν όλη τη διατροφική αλυσίδα, από την πρωτογενή παραγωγή έως το τελικό προϊόν και επομένως με ενδεχόμενα αρνητικά αποτελέσματα στην Εθνική μας Οικονομία (μείωση εσόδων, αύξηση ανεργίας). Επίσης, δεν πρέπει να παραγνωριστεί ο ρόλος της Βιομηχανίας Τροφίμων σε αυτή την προσπάθεια. Ο επανασχεδιασμός προϊόντων, χαμηλότερης ενεργειακής πυκνότητας, λίπους, κορεσμένων, trans λιπαρών, νατρίου και επιπρόσθετων σακχάρων μπορεί να συνδράμει σημαντικά όχι μόνο στην πρόληψη της παχυσαρκίας αλλά και στην βελτίωση πολλών δεικτών υγείας που σχετίζονται με τα καρδιαγγειακά νοσήματα την υπέρταση, στον σακχαρώδη διαβήτη αλλά και τον καρκίνο. 

 

Ποιά είναι η δική σας άποψη για το «πώς» πρέπει να διαχειριστεί η πολιτική αυτό το πρόβλημα;

Θα μπορούσα να πω, με επανασχεδιασμό της αγροτικής πολιτικής σε συνδυασμό με την ανάπτυξη της βιομηχανίας τροφίμων και με συγκεκριμενοποίηση των στόχων. Η ερώτηση επομένως είναι τι χρειάζεται ώστε να υπάρχουν στην αγορά προϊόντα χαμηλής ενεργειακής πυκνότητας και υψηλής διατροφικής αξίας σε τιμές που να είναι προσιτές σε μεγάλο εύρος του πληθυσμού, γιατί δεν πρέπει επίσης να παραγνωρίζεται το γεγονός ότι η παχυσαρκία είναι και «ταξική», χτυπάει δηλαδή τον κόσμο που βρίσκεται σε χαμηλότερο κοινωνικο-οικονομικό επίπεδο. Όπως λέω και στους φοιτητές μου όταν στους κατοίκους ενός χωριού εμφανίζεται δυσεντερία και το πρόβλημα εστιάζεται στο νερό τότε υπάρχουν δύο τρόποι παρέμβασης, είτε βελτιώνεται το σύστημα ύδρευσης, είτε προτείνεται στον κόσμο να βράζει το νερό πριν το πιει ή πριν το δώσει να το πιουν τα παιδιά του. Ο πρώτος τρόπος είναι ο αποτελεσματικότερος. Ο δεύτερος τρόπος «απενοχοποιεί» το κράτος και ρίχνει την ευθύνη αντιμετώπισης του προβλήματος στον πολίτη. Επομένως, η συνεργασία κράτους και βιομηχανίας τροφίμων, οι παρεμβάσεις σε σχολεία για βελτίωση της διατροφικής συμπεριφοράς και αύξηση της σωματικής δραστηριότητας, στις οποίες θα εμπλέκεται όμως όλη η  κοινότητα, ο έλεγχος των διαφημίσεων και η επισήμανση αρχικά των τυποποιημένων τροφίμων αλλά και κάποιος έλεγχος των χύδην είναι πρωταρχικής σημασίας. 

 

Antonis xabelas image

Αντώνης Ζαμπέλας καθηγητή Διατροφής του Ανθρώπου και Πρόεδρο του Τμήματος Επιστήμης και Τεχνολογίας Τροφίμων του Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών, όπως επίσης και πρώην Πρόεδρο του Ενιαίου Φορέα Ελέγχου Τροφίμων (ΕΦΕΤ)

 

 

 Άρθρο δημοσιευμένο για το ΤροφήΓιαΣκέψη,  2012
1

No Comments Yet.

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *